Το συγκινητικό τσιγγάνικο τραγούδι «Jastar Amenge Dur» και η ερμηνεία του Κώστα Παυλίδη: Ο Άγγελος Σφακιανάκης θυμάται την ιστορία πίσω από τη δημιουργία του. 

 Το 1988 η προβολή της ταινίας «Ο καιρός των Τσιγγάνων», μας εξέπληξε απαξάπαντες. Δημιουργήθηκε ένας έντονος ενθουσιασμός για τη νέα γραφή του Emir Kusturica, του Σερβοβόσνιου σκηνοθέτη. Ταράζονται τα νερά του cine κατεστημένου με τη νέα λαϊκότητα που λανσάρει. Μία ζωντανή καταγραφή, ένας ποιητικός ρεαλισμός και ένας βαλκάνιος παγανιστικός σουρεαλισμός στο mixer.  

 Την εντυπωσιακή μουσική υπογράφει ο Goran Bregovic. Τα τραγούδια όμως είναι παραδοσιακά τσιγγάνικα. 

 Την επόμενη χρονιά ο Μενέλαος Καραμαγγιώλης παρουσιάζει την ταινία-ντοκιμαντέρ ROM που κάνει εντύπωση. Εντύπωση κάνει και το σάουντρακ που υπογράφει ο Νίκος Κυπουργός. Ξεχωρίζει ιδιαίτερα η υψήσυχνη φωνή ενός 16χρονου τσιγγάνου τραγουδιστή, του Κώστα Παυλίδη που μαζί με την Δώρα Μασκλαβάνου ερμηνεύουν το ομώνυμο τραγούδι. Μια μελωδία που μοιάζει περισσότερο σεφαραδίτικη αλλά την κάνουν τσιγγάνικη τα λόγια. Το τραγούδι το αναμεταδίδουν και τα ράδια. 

Το 1990 εκδίδει ο Διονύσης Τσακνής το «Φώτα παρακαλώ» κι έχει εκεί «Το τραγούδι των γύφτων» το γνωστό σε όλους «Μπαλαμό» από το «Μπουρίνι» του Καραγάτση, το σίριαλ του 1987, στην ΕΡΤ.

Την επόμενη χρονιά ο Goran Bregovic έρχεται στην Αθήνα, στο Studio Sierra, προσκεκλημένος της Λίνας Νικολακοπούλου και της Άλκηστης Πρωτοψάλτη και ηχογραφούν το «Παραδέχτηκα».

Την ίδια χρονιά το 1991, η Λίνα, στο «Μένω εκτός» παίρνει μία παραδοσιακή τσιγγάνικη μελωδία, που υπάρχει στο ROM του Κυπουργού και το τραγουδάει η Ελευθερία με τον τίτλο «Καθρεφτίζω το νου». Πρόκειται για την ίδια μελωδία. Εκείνη την εποχή όπου κι αν πήγαινες άκουγες ελληνοποιημένα τσιγγάνικα τραγούδια. Υπήρχε μία διάχυτη συμπάθεια για τους Τσιγγάνους.

Το 1992 στην Αθήνα στήνεται μια νέα μουσική σκηνή η «Σφίγγα» και φιλοξενεί την Ελένη Τσαλιγοπούλου, τον Ηλία Λιούγκο, την Μόρφω Τσαϊρέλη και τον πρωτοεμφανιζόμενο Κώστα Παυλίδη. Την επιμέλεια του προγράμματος υπογράφει ο Κώστας Καλδάρας.

Το συγκινητικό τσιγγάνικο τραγούδι «Jastar Amenge Dur» και η ερμηνεία του Κώστα Παυλίδη: Ο Άγγελος Σφακιανάκης θυμάται την ιστορία πίσω από τη δημιουργία του.

Εκεί πρωτακούω live τον Κώστα Παυλίδη να τραγουδά με αξιοσημείωτο πάθος και συνοδεία της flamenco κιθάρας του Γιώργου Κοντογιάννη-Κρης το «Jastar amenge dur»! Συναρπαστική ερμηνεία. Αναγνώρισα το αγαπημένο τραγούδι του πατέρα μου στα χρόνια της Αιγύπτου «J’ai quitté mon pays» του γαλλοτσιγγάνου Enrico Macias.

Το 1993 μετά την κυκλοφορία του δίσκου «Ο ποιητής και ο τσιγγάνος», των Δημήτρη Χριστοδούλου – Βασίλη Παϊτέρη, σκέφτηκα να μαζέψω όλους τους Τσιγγάνους που είχα συνεργαστεί -και ήταν ήδη πολλοί- αλλά κι όσους άλλους ήθελαν -Τσιγγάνοι και μη- σε μία συναυλία, για να δείξουμε ότι δεν υστερούμε των γειτόνων μας και ότι το duente είναι και εγχώριο προϊόν. Ο τίτλος προβοκατόρικος, «Οι δικοί μας Τσιγγάνοι».

Συμφωνούμε με το Μετρό να κάνουμε έξι εμφανίσεις και μαζεύω μιά ισχυρή ομάδα προσκεκλημένων. Ελένη Βιτάλη, Μάκης Χριστοδουλόπουλος, Βασίλης & Γιάννης Σαλέας, Κώστας Σούκας, Βασίλης Παϊτέρης, Χρυσούλα Χριστοπούλου, Κώστας Παυλίδης. Την επιμέλεια της ορχήστρας αναλαμβάνει ο Γιώργος Ανδρέου που κι αυτός εκτιμά την ερμηνευτική δεξιοτεχνία και τον οίστρο των Τσιγγάνων.

Η συναυλία έχει τον παλμό και το πάθος των Τσιγγάνων. Οι αυτοσχεδιασμοί του Βασίλη Σαλέα μαγεύουν. Η Βιτάλη τραγουδάει τον Μπαλαμό και λανσάρει για πρώτη φορά το «Καλαμπόρτζη Μπαλαμό» στο φινάλε. Ο Μάκης ξεσηκώνει με τις Αμπάρες. Ο Παϊτέρης εντυπωσιάζει με τις χαμηλές του νότες και τραγουδάει το «Δυό-δυό» που έχει ξεχωρίσει από τον δίσκο του.

Η έκπληξη της βραδιάς είναι το ντουέτο Χριστοπούλου – Παυλίδη που λένε ενωμένα τα Endelesi-Καραβάνι-Rom. Τέλος ο Παυλίδης με το «Jastar Amenge Dur» συγκινεί τους πάντες. Η σπαραξικάρδια ερμηνεία του, η ένταση του πάθους, η χροιά της φωνής του, σημαδεύει. Το project ηχογραφείται ζωντανά μόνο μία φορά.

Στο studio Polysound που κάνω τις διορθώσεις, το ξαναηχογραφώ το τραγούδι σε στουντιακές συνθήκες ασφαλείας. Ο Κοντογιάννης του έχει δώσει μιά άλλη διάσταση με την διασκευή του. Ο Ζευγόλης παίζει με μία παλιά τεχνοτροπία το βιολί και ραγίζει καρδιές. Μπαίνω κι εγώ στην παρέα και προσθέτω τα bongos σαν το «Entre Dos Aguas» του Paco.

Το τραγούδι δυσκολεύεται να παιχτεί στα ράδια λόγω της γλώσσας αλλά στις κατ’ ιδίαν ακροάσεις αποκτά φανατικούς θαυμαστές.

Το ηχογράφημα δίδεται σε μία αγνώστων προθέσεων εταιρία. Η εταιρία κλείνει. Μετά από κάμποσα χρόνια το ηχογράφημα βρίσκει τελικά στέγη και ταξιδεύει στο εξωτερικό σε πολλές συλλογές.

Οι ξένοι εκδότες αρνούνται το δικαίωμα διασκευής στον Κοντογιάννη. Η μελωδία σίγουρα είναι από τον προηγούμενο αιώνα και παλαιότερη του Macias αλλά όταν ένας ξένος την κατοχυρώσει είναι σχεδόν αδύνατον να της ανατρέψεις την πατρότητα.

Το τραγούδι το είπαν και άλλοι, αλλά αυτή την εκτέλεση όσο κι αν την ακούω αισθάνομαι ευαίσθητος Τσιγγάνος.

 

Το κείμενο έχει δημοσιευθεί και στην Athens Voice εδώ.