Με την μεταπολίτευση μαζί με την αλλαγή της πολιτικής κατάστασης αλλάζουν σιγά σιγά και τα μουσικά γούστα των Ελλήνων. Νέες τάσεις ιδεολογικές και αισθητικές προβάλλουν στο προσκήνιο. Η επτάχρονη στέρηση δίνει ορμή στο πολιτικό τραγούδι και κυριαρχεί στις προτιμήσεις των Αθηναίων. Η ψυχική και η σωματική αγκύλωση που έχει προκαλέσει όμως ο «γύψος» της χούντας είναι εμφανής. Η Αθήνα παγωμένη δεν χορεύει, διασκεδάζει καθισμένη σε στριμωγμένα καθίσματα και ακούγοντας «πολιτικά τραγούδια», χειροκροτεί τους καλλιτέχνες. Διεκδικήσεις, πορείες, συναυλίες διαμαρτυρίας ή συμπαράστασης δηλώνουν την ενεργητικότητα που θα επικρατήσει. Σε αυτό το σκηνικό των έντονων πολιτικών παθών η Ρεμπέτικη Κομπανία κυκλοφορεί τον πρώτο της δίσκο το 1975 «Τα Μπλέ Παράθυρα» προαναγγέλωντας το νέο ρεύμα που έρχεται.
Το καλοκαίρι του 78 ο Άγγελος Σφακιανάκης (ηθοποιός) προτείνει στον Γιάννη Εμμανουηλίδη (φοιτητής Σχολής Καλών Τεχνών) να δημιουργήσουν ένα συγκρότημα που σαν πλανόδιος θίασος μουσικών να περιοδεύει στις ταβέρνες της Αθήνας παίζοντας ρεμπέτικα τραγούδια. Το συγκρότημα γεννιέται και γίνεται πόλος έλξης πολλών μουσικών. Σαν τους παλιούς ρεμπέτες σε ένα καπέλο συλλέγουν την νυχτερινή τους ανταμοιβή. Διατηρούν τον τίτλο Κομπανία εις μνήμην της ξακουστής « Τετράδος» του Πειραιά. (Βαμβακάρης, Μπάτης, Παγιουμτζής, Δεληάς). Στο σχήμα αυτό φιλοξενούνται περιστασιακά πολλοί συνεργάτες που γοητεύονται από την περιπετειώδη δράση της Κομπανίας και την γεμάτη εκπλήξεις ζωή του πλανόδιου μουσικού. Οι εμπειρίες των συμμετεχόντων είναι κυρίως από τα εφηβικά συγκροτήματα όπου έπαιζαν ξένη μουσική, rock. Είναι η πρώτη φορά που νέα παιδιά εμφανίζονται σαν συγκρότημα με μπουζούκια για να υπερασπίσουν το λαϊκό τραγούδι.
Η πρωτογενής συγκίνηση που προκαλούν οι παλιές ηχογραφήσεις και ο μεταπολιτευτικός αέρας ωθούν το συγκρότημα σε κύκλους ζυμώσεων, αναζητήσεων και έρευνας. Η διαπίστωση ότι ο Βασιλιάς (λαϊκό τραγούδι) είναι γυμνός γίνεται η βάση για να προετοιμαστεί το αντίπαλο δέος στην επικρατούσα ναρκισσιστική κατάσταση του τραγουδιού. Ο ιδεολογικός προσανατολισμός μπαίνει με θέσεις ακλόνητες. Τα μπουζούκια να είναι τρίχορδα γιατί ο ήχος που παράγουν είναι μοναδικός, τα τραγούδια να χορεύονται, το ακροατήριο να συμμετέχει, η ομάδα να υπηρετεί αυτή την ένωση. Το Ελληνικό γλέντι είναι πράξη ψυχωφελής και ιαματική.
Την ίδια χρονιά η Ρεμπέτικη Κομπανία κυκλοφορεί το δεύτερο δίσκο της «Πως θα περάσει η βραδιά» και στην τηλεοπτική εκπομπή «Να η ευκαιρία» εμφανίζεται διαγωνιζόμενη η Ρεμπέτικη Κομπανία Χαϊδαρίου που θα γίνει γνωστή αργότερα ως Αθηναϊκή. Τον χειμώνα στην Κομπανία εντάσσεται ο Στράτος Στρατηγόπουλος (γραφίστας) και έτσι το σχήμα σταθεροποιείται στη μορφή του ρεμπέτικου τρίο, μπουζούκι, κιθάρα, μπαγλαμάς. Το ρεπερτόριο είναι κυρίως τραγούδια του Βαμβακάρη αλλά περιλαμβάνει και Χατζηχρήστο, Γιοβάν Τσαούς, Μπάτη, Δεληά, Λαύκα και ολίγον Τσιτσάνη. Πολλές φορές τα τραγούδια «πειράζονται» είτε αρμονικά είτε ρυθμικά έτσι που το άκουσμα να φέρει τη σφραγίδα της Κομπανίας. Αυτή τη σύνθεση συναντά ο Μάνος Λοίζος και επιχειρεί συνεργασία που δεν δίδει όμως καρπούς.
Το καλοκαίρι του 79 στην ταβέρνα του «Κρητικού» πίσω απ’ το γήπεδο του Παναθηναϊκού η Κομπανία σε «ώρα εργασίας» συναντά τον Διονύση Σαββόπουλο, ο οποίος ζητά επαφή και προοπτική συνεργασίας. Τον Ιούλιο η Κομπανία ξεκινά περιοδεία από τη Σύρο, πάντα με τη μέθοδο του «καπέλου», συνεχίζει στην Πάρο και μετά στη Σκόπελο όπου ο Σφακιανάκης ακούει τυχαία σε μία ταβέρνα μια κοπέλα που τραγουδά σε διπλανό τραπέζι. Εντυπωσιάζεται απ τη φωνή της και της προτείνει συνεργασία. Η Ελευθερία Αρβανιτάκη διστάζει αλλά τελικά πείθεται και γίνεται η βασική τραγουδίστρια της Κομπανίας. Την ομάδα συμπληρώνει ο Πέτρος Εξαρχάκος (φοιτητής στο Μαθηματικό της Πάτρας) με το ακορντεόν του. Η Κομπανία είναι πλήρης και έτοιμη για τη δεύτερη και την ενήλικη φάση της. Το ρεπερτόριο και η μαθητεία της Κομπανίας στρέφεται τώρα στα τραγούδια του Τσιτσάνη. Το τηλέφωνο χτυπά και ο Σαββόπουλος προτείνει εργασία για τον χειμώνα.
Η αναζήτηση της αληθινής συγκίνησης και της αυθεντικότητας οδηγεί το σχήμα σε μια επιστροφή στις αρχικές κινήσεις. Στην πρώτη πράξη. Το 1980 Η Κομπανία βαπτίζεται Οπισθοδρομική και επίσημα εμφανίζεται στο πρόγραμμα του Σαββόπουλου «Γιγανταιώρημα» στο κέντρο Σκορπιός στην Πλάκα. Η συνεργασία συνεχίζεται στη Θεσσαλονίκη στο κέντρο «ZOOM» και σε περιοδεία στην επαρχία. Αναπτύσεται φιλική και επαγγελματική σχέση με τον Σαββόπουλο. Τον χειμώνα τον συνοδεύουν μαζί με την Δόμνα Σαμίου στη Στοκχόλμη σε ένα εορταστικό πρόγραμμα της Σουηδικής τηλεόρασης.
Η Οπισθοδρομική συμμετέχει στις ηχογραφήσεις στο δίσκο του Βαγγέλη Γερμανού τα «Μπαράκια» που την παραγωγή επιμελείται ο Σαββόπουλος. Εμφανίζονται συνοδεύοντας τον σα να είναι το συγκρότημά του, στη μεγάλη συναυλία που διοργανώνει η κίνηση «Πολίτες κατά του νέφους» στο υπερπλήρες γήπεδο του Πανιωνίου. Ο Σαββόπουλος καλεί τον Μάνο Χατζιδάκι σε συναυλία έκπληξη της Οπισθοδρομικής Κομπανίας. Ο ενθουσιασμός του Χατζιδάκι εκδηλώνεται άμεσα με την πρόσκληση να εμφανιστούν σαν «έκτακτοι προσκεκλημένοι» στους Αγώνες Τραγουδιού στην Κέρκυρα. Το σχήμα έχει διευρυνθεί με τους Ελένη Καλατζοπούλου κλαρίνο, Θάνο Μπόμπορα μπουζούκι, Λάμπρο Καρελά ακορντεόν. Τον Σεπτέμβριο του 1981 η Οπισθοδρομική δίνει μόνη της συναυλία στο κατάμεστο Θέατρο Βράχων Βύρωνα που εγκαινιάζει ο Μίνως Βολονάκης. Την συναυλία προλογίζει ο Σαββόπουλος ως εξής:
-Και τότε ήρθαν τα παιδιά!
Πρόβαλαν από την πιο σκοτεινή γωνιά της Τερατούπολης, σαν τους τρεις παίδες εν καμίνω τραγουδώντας και κρατώντας στα χέρια τους το φωταγωγημένο καραβάκι της λαϊκής μας μουσικής, της μίας ενιαίας και αδιαιρέτου όπως κι αν λέγεται, όπου κι αν ακούστηκε, στα σφαγεία των αρχών του αιώνα, στα γκέτο της σύγχρονης εσωτερικής μετανάστευσης. Πάντα μεταβάλλοντας την κόλαση σε δροσερό αεράκι, σε έκφραση ερωτική , φανταστική, ικανή να αλλάξει τον κόσμο, φανερώνοντας μια ζωή που ζει με την ψυχή της μάλλον, παρά με το μεροκάματο. Τον χειμώνα του 1981 η «Οπισθοδρομική» προτείνει σε επιχειρηματία που την προσεγγίζει για συνεργασία ένα πρωτότυπο μοντέλο κέντρου διασκέδασης. Είναι και ταβέρνα είναι και μπαρ και μπορείς και να χορέψεις και το όνομα του νέου χώρου «Κουασιμόδος». Το ρεπερτόριο έχει ήδη εμπλουτιστεί με λαϊκά του 50 και του 60 αλλά παίζονται σποραδικά και σύγχρονα λαϊκά που εγκρίνει η ομάδα.
Η Κομπανία καθισμένη σε καρέκλες υπηρετεί το γλέντι. Αντιστρέφει την επικρατούσα εικόνα του όρθιου τραγουδιστή στην πίστα και τη νοοτροπία «Δοξάστε με» και καλεί τους θαμώνες να σηκωθούν και να χορέψουν. Προτείνει χορούς ατομικούς και ομαδικούς κατορθώνοντας με νεανικό παλμό να πετύχει μια νέα ανάγνωση των παλαιών παθών. Συμπεριφέρεται σαν συλλογικό πρόσωπο, μοιράζεται εξ αδιαιρέτου τα αγαθά της, αγοράζει ηχητικό εξοπλισμό και αγωνίζεται να διαχειριστεί το μέλλον της με συμβούλια. Αποφεύγει την μίμηση και επιδιώκει την αναγέννηση των παλιών τραγουδιών με μια επιθετική ρυθμική άποψη. Διαμορφώνει ήχο και προσωπικό ύφος. Με τις εμφανίσεις της εκπέμπει απελευθερωτικό οίστρο και μεταδίδει χαρά και ενότητα σαν να είναι μια εκρηκτική γιορτή σαν να είναι γάμος Συνοδοιπορεί και ενισχύει την ελπίδα της εποχής για την Ελληνική ανάκαμψη.
Δίνει συναυλίες συμπαράστασης για πολιτικά διωκόμενους, στο Αναμορφωτήριο ανηλίκων και στο αμφιθέατρο της ψυχιατρικής κλινικής του Αιγινητείου. Η Κομπανία αρνείται να ηχογραφήσει σε στούντιο προτιμά να αποτυπωθεί η σχέση της με το κοινό τη στιγμή της δράσης της, τη στιγμή της ένωσης της με το κοινό. Έτσι την ίδια χρονιά κυκλοφορεί και ο πρώτος δίσκος «Στης Ξανθής, στο Αιγινήτειο και στο Αρματαγωγό Κως» μια παραγωγή του Διονύση Σαββόπουλου. Πρόκειται για μια επιλογή τραγουδιών από τις αντίστοιχες ζωντανές εμφανίσεις της Κομπανίας.
Ο Χατζιδάκις καλεί την Οπισθοδρομική στον Μουσικό Αύγουστο και εμφανίζονται στους κατά Σαββόπουλο Αχαρνής του Αριστοφάνη και στο Ηράκλειο στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου σε συναυλία όπου συμπράττει μαζί της η χορωδία του Τρίτου με μαέστρο των Αντώνη Κοντογεωργίου. Η συναυλία μεταδίδεται ζωντανά από το Γ Πρόγραμμα. Η φιλία που δημιουργήθηκε στους Αγώνες της Κέρκυρας με τον Πάνο Κατσιμίχα γίνεται αφορμή για ανίχνευση συνεργασίας. Η πρώτη πρόβα για το «Μια βραδιά στο Λούκι» γίνεται στην Κυψέλη. Η συνεργασία δεν θα ευοδωθεί.
Ο Παύλος Σιδηρόπουλος πλησιάζει την Οπισθοδρομική για να ηχογραφήσουν το υλικό που αργότερα έγινε ο δίσκος «Τα μπλουζ του πρίγκιπα». Η δισκογραφική εταιρία αποτρέπει την συνεργασία. Η Οπισθοδρομική περιοδεύει στην επαρχία και συνεργάζεται με φοιτητικούς ή πολιτιστικούς συλλόγους για να μεταδώσει τις θέσεις της για το τραγούδι, για το χορό, για το Ελληνικό γλέντι για να επιτευχθεί το προσδοκόμενο. Αναζητά σπάνια τραγούδια και ενδιαφέρουσες εκτελέσεις. Έρχεται σε επαφή με συλλέκτες δίσκων 78 στροφών και συναντά λαϊκούς και δημοτικούς οργανοπαίκτες για να μυηθεί στον Διονυσιακό οίστρο που κατέχουν οι παλαιώτεροι.
Το 1982 η Κομπανία στεγάζεται στο ξεχασμένο «Άλσος» στο Πεδίο του Άρεως και στην ομάδα μεταγράφεται ο πολυπράγμων Ανδρέας Τσεκούρας που είχε θητεύσει στην Ρεμπέτικη Κομπανία, ο Θοδωρής Παπαδόπουλος από την ομάδα του Γιώργου Μανιάτη αλλά και απ’το πάλκο του «Σαμπάνη», ο Βασίλης Γιαννίσης (σύσταση της Δόμνας Σαμίου), ο Παύλος Σαπουντζής (ηχολήπτης), ο Μανώλης Μεξαντωνάκης και ο Δημήτρης Ψώνης με το σαντούρι του. Το ίδιο καλοκαίρι δίνουν 40 συναυλίες στην επαρχία.
Η επιτυχία τους δίνει τη δυνατότητα την επόμενη χρονιά με την συνδρομή του ζωγράφου Αλέξη Κυριτσόπουλου να διαμορφωθεί ο χώρος του Άλσους εξ ολοκλήρου σε παραμυθένιο σκηνικό για να φιλοξενήσει την κορύφωση της προσέλευσης.
Η ομάδα ανανεώνεται με τους Ιωάννα Andrews ούτι, Πάνο Γκέκα πιάνο, Γιώργο Σακελαρίου τραγούδι και Ανδρέα Φλωράκη Κοντραμπάσο. Η Δήμητρα Γαλάνη προσκαλεί την Κομπανία στον δίσκο της «Ατέλειωτος δρόμος», όπου ενορχηστρώνουν και παράγουν ηχητικά δύο τραγούδια. Η Κομπανία ηχογραφεί ζωντανά τον δεύτερο δίσκο «Μια βραδιά στο Άλσος με την ΟΠΙΣΘΟΔΡΟΜΙΚΗ». Η έντονη απασχόληση δημιουργεί ανάγκες εξειδίκευσης και συγκεντρωτισμού. Σχηματίζεται μικρότερος πυρήνας διαχείρισης και αποφάσεων.
Οι «Κομπανίες» πανελλαδικά έχουν γίνει μόδα. Ο παλιός πυρήνας περιοδεύει την άνοιξη του 83 με τον Σαββόπουλο σε όλη την Ελλάδα πριν την κυκλοφορία του δίσκου «Τραπεζάκια έξω» και η περιοδεία καταλήγει στη συναυλία στο Παλαί ντε Σπορ στην επέτειο των 20 χρόνων από το 114. Τον Σεπτέμβριο συμμετέχουν στην κορυφαία συναυλία στο Ολυμπιακό στάδιο. Ο Αλέκος Πατσιφάς παραγγέλνει στον Σφακιανάκη κι’ άλλους δίσκους με το δυναμικό της Κομπανίας. Ηχογραφείται σε στούντιο ο δίσκος «Ελευθερία Αρβανιτάκη 12 λαϊκά τραγούδια» με την σύμπραξη της Κομπανίας και άλλων προσκεκλημένων φίλων μουσικών. Σύμπραξη σε συναυλία στον Λυκαβηττό με Μανώλη Αγγελόπουλο και Ελένη Βιτάλη που διοργανώνει το περιοδικό «Ντέφι».
Οι εμφανίσεις σε όλη την Ελλάδα συνεχίζονται και επεκτείνονται και στο εξωτερικό (Αμερική, Αγγλία). Καλούνται στις τηλεοπτικές εκπομπές του Γιώργου Παπαστεφάνου και στη συχνότητα του Β Προγράμματος από την Σοφία Μιχαλίτση.
Η κούραση και οι προστριβές του σχήματος εντείνονται με την ηχογράφηση του τρίτου δίσκου που είναι νέο πρωτογενές υλικό. Η μετάβαση των μελών από εκτελεστές-ερμηνευτές σε δημιουργούς διαβρώνει τις σχέσεις της ομάδας. Τρίτη συνεχής χειμερινή σεζόν στο Άλσος. Η κυκλοφορία του δίσκου «Στη μέση της Κομπανίας» βρίσκει την ομάδα υπό διάλυση. Εμφανίζονται ως αντίπαλο δέος στο δισκογραφικό προσκήνιο αλλά και στην Αθήνα, «Τα παιδιά από την Πάτρα» με το ρεπερτόριο του Τζουκ Μποξ της επαρχίας.
Οι διαφορετικές ενηλικιώσεις των μελών της ομάδας ζητούν προσωπική έκφραση και το 1985 η Οπισθοδρομική Κομπανία διαλύεται.