ΤΟ ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΑΛΣΟΣ ΤΗΣ ΚΟΜΠΑΝΙΑΣ
Μετά 36 έτη
Πριν μπει ο χειμώνας του 82 έκανα μια στάση στη Σόλωνος , στο Παλαιοβιβλιοπωλείο «Το Όχημα» της Τζίας Νασιώτου για καλημέρα . Το βιβλιοπωλείο ήταν στέκι βιβλιοφάγων ,ρακοσυλλεκτών και αναζητητών γενικώτερα. Στο υπόγειο πίναμε καμιά ρακί ,κάνα κρασί και παίζαμε κανένα τραγούδι. Η Τζία είχε ανοιχτή καρδιά.
Τότε η Οπισθοδρομική Κομπανία είχε ολοκληρώσει τις εμφανίσεις της στον «Κουασιμόδο» στο Κολωνάκι. Μέγας προβληματισμός για το τι θα κάνουμε τον χειμώνα.
Όλες οι προτάσεις ήταν ή ταβέρνες ή πρώην σκυλαδικάκια . Εμείς με τον «Κουασιμόδο» ,είχαμε φτιάξει το δικό μας στίγμα κι έτσι θέλαμε να συνεχίσουμε.
Η Τζία μεσολαβούσε σε μια νέα πρόταση. Σε εκείνη την φάση ο αρχιτεκτονοεπιχειρηματίας που ενδιαφερόταν έκανε πίσω και η πρόταση ναυάγησε . Απογοήτευση.
Παρών εκείνο το μεσημέρι στης Τζίας ήταν κι ένας νέος, που φοιτούσε στο Λονδίνο και άκουγε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον όσα λέγαμε για την στέγαση της Κομπανίας. Μου συστήθηκε . Χρήστος Οικονομίδης . Ήταν ο γιός του Γιώργου Οικονομίδη του παλιού κονφερασιέ-του Οικονομίδη των ταλέντων . Μου είπε ότι μπορούσε να πάρει το Άλσος στο Πεδίο του Άρεως από τον πατέρα του.
Πήγαμε το ίδιο βράδυ με τον Γιάννη Εμμανουηλίδη να το δούμε . Ήταν θεοσκότεινα . Ότι φως έμπαινε από το πάρκο .Πήγαμε και την επομένη το μεσημέρι .Το Χειμερινό Άλσος λειτουργούσε τα μεσημέρια σαν φοιτητικό εστιατόριο της Εμπορικής Σχολής . Με κουπόνια. Ο χώρος παρ’ όλη την εγκατάλειψη είχε μια αστική γοητεία. Κάτω από την τσίκνα του μαγέρικου υπήρχε η αύρα των βετεράνων . Ερωτευτήκαμε το κτίριο και την ιδέα της αναβίωσης του. Ταίριαζε με την πορεία μας. Μιά ολοστρόγγυλη πίστα μας περίμενε.
Ο πατέρας του όμως δεν ρισκάριζε να βγάλει το φοιτητικό εστιατόριο. Έπρεπε να συγκατοικίσουμε. Συμβιβαστήκαμε.
Αφήναμε τα όργανα στο πάλκο και με κάτι ξύλινα παραβάν τα κλείναμε όταν τελειώναμε . Νοικιάσαμε ήχο και φώτα. Έγινε ένα φρεσκαρισματάκι .Μπήκαν και κάτι φτηνο- κουρτίνες και είμασταν έτοιμοι. Το πάλκο είχε κάτι μεταλικές χορεύτριες για διακόσμηση. Με αυτό το ντεκόρ έπαιζε κι ο Χιώτης με την Λίντα. Τις κρατήσαμε.
Με την αγάπη του κόσμου και με μια αφίσα ξεκινήσαμε και αμέσως έγινε στέκι . Όλοι οι φίλοι από τον Κουασιμόδο κι άλλοι τόσοι κατηφόρησαν σαν αποδημητικά πουλιά εκεί. Μηχανισμούς το μαγαζί δεν είχε ,όλα περνούσαν απ το χέρι μας. Δουλεύαμε έξι μέρες την εβδομάδα όπως λέει κι ο Καζαντζίδης «με την αξία μας κι όχι με ξένες πλάτες». Ήμασταν 10 συν τον Παύλο Σαπουντζή ηχολήπτη. Είχαμε 11 ίσα μερίδια αμοιβής και ένα για τις έκτακτες ανάγκες της Κομπανίας.
Ένα βράδυ πήγαμε να παίξουμε και βρήκαμε το κοντρα μπάσο του Ανδρέα σπασμένο. Είχε πέσει ένα παραβάν πάνω στο όργανο.
Δεν γινόταν άλλο η συγκατοίκηση . Συμφώνησε κι ο πατέρας Οικονομίδης ότι την επόμενη χρονιά θα είχαμε τον χώρο αποκλειστικά. Μας πίστεψε ο παλιός Scouter.*
Ζητήσαμε αλλαγές και διακόσμηση. Συμφώνησαν.
Μίλησα με τον Αλέξη Κυριτσόπουλο που ερχόταν τακτικά γιατί έμενε απέναντι. Του άρεσε η ιδέα. Έφερε και τον Βασίλη Τσιρογιάννη και δουλεύανε σαν τα μερμήγκια.
Το Άλσος την δεύτερη χρονιά έγινε ένα παραμύθι σαν αυτά τα τρυφερά που μόνο ο Αλέξης ξέρει να φτιάχνει.
Αγοράσαμε κονσόλα ήχου και μικρόφωνα . Πήραμε ειδικό εξοπλισμό για να ακούγετε φυσικός ο ήχος. Όλα με το δωδέκατο μερίδιο και με αγαπησιάρικη πίστωση.
Ήμασταν έτοιμοι .
Κάναμε μια θριαμβική πρεμιέρα με τους καλύτερους φίλους ,παλιούς και νεώτερους. Η μεγάλη συγκίνηση ήταν ο Καλδάρας ο Δερβενιώτης κι η Δόμνα Σαμίου . Οι έπαινοι και τα καλά τους λόγια ήταν η μεγάλη ικανοποίηση και ανταμοιβή.
Ήμαστε η Κομπανία beyond** ! Ήμασταν χαρούμενοι, θρασείς και σεβαστικοί . Χτυπούσαμε πόρτες ,ψάχναμε για σπάνιες εκτελεσεις . Αθώοι και υποψιασμένοι .Παίζαμε για συμπαράσταση σε όλους τους κατατρεγμένους .
Η ομάδα ήταν συντονισμένη και έβγαζε ιδιαίτερο παλμό. Είχαμε τον καλύτερο ενισχυμένο “φυσικό ήχο”. Κάναμε τρελλίτσες και πρωτόγνωρα για την εποχή πράγματα . Στη Ζεχρά έπαιζε σινεμά τον Ροδόλφο Βαλεντίνο στο Γιό του Σείχη. Στον «Σκληρό χωρισμό» γινόταν τραγουδιστικός
διάλογος από τον εξώστη- μπαλκόνι και έπεφταν λουλούδια και ροδοπέταλα. Η λουλουδού ήταν Ηλιοστάλαχτη- κούκλα ζωντανή που πούλαγε ροδοπέταλα.
Το ανανεωμένο Άλσος ήταν μια αποκάλυψη ,γιατί μας έσπρωξε να αναπτύξουμε τις δυνατότητές μας. Μας έβαλε σε μεγαλύτερη δοκιμασία. Κι ας είχε γίνει το σπίτι το δικό μας και των φίλων μας.
Παίξαμε άλλη μια χρονιά και φευ η μοίρα η σκληρή ,μας χτύπησε την καμπάνα της διαλυσης .
Το Άλσος για την συλλογικότητα που λεγόταν Οπισθο δρομική Κομπανία ήταν ορθάνοιχτη συνέλευση αντιφρονούντων και ομοφρονούντων. Για να έρθουμε σε
ρήξη με τη σωματική αγκύλωση που μας άφησαν οι πολιτικές. Να δημιουργηθούν αλυσίδες ενεργειακές . Για να μετακινήσει ο νεανικός ενθουσιασμός και η πίστη στο ρεμπέτικο και λαϊκό τραγούδι ,τον τρόπο διασκέδασης, τις ακροαματικότητες στα ραδιοφώνα και την δισκογραφία . Για να διαδώσουμε με χορούς κυκλωτικούς αλλά και ατομικούς μια ξεχασμένη Ελληνική απόλαυση.
Το Άλσος την δεκαετία του 80 συνέχισε το ταξίδι του με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου τον Μπουλά και τον Μπονάτσο. Ακολούθησε ο Λουκιανός με τον Μηλιώκα . Ο Πουλίκας με τα Αδέσποτα Σκυλιά και opening act πέρασαν οι Last Drive, οι Τρύπες, τα Ξύλινα Σπαθιά. Μετά η Δήμου κι ο Δάντης ,ο Τάσος με τις Μασέλες και οι αφρικανοί Souracata. Μια άξια σκυταλοδρομία.
Στο χειμερινό Άλσος το 82-83-84 στην Κομπανία έπαιξαν
Ιωάννα Andrews, Ελευθερία Αρβανιτάκη, Βασίλης Γιαννίσης, Πάνος Γκέκας, Πέτρος Εξαρχάκος, Γιάννης Εμμανουηλίδης, Χρήστος Ζέρβας , Αλέκος Καρακαντάς ,Μανώλης Μεξαντω νάκης, Θοδωρής Παπαδόπουλος , Γιώργος Σακελλαρίου, Στράτος Στρατηγόπουλος, Άγγελος Σφακιανάκης, Ανδρέας Τσεκούρας, Ανδρέας Φλωράκης, Δημήτρης Ψώνης.
*Ιχνηλάτης
**Πέραν
Άγγελος Σφακιανάκης 25/11/18